Αρσάκεια - Τοσίτσεια Εκάλης
Ο Παραολυμπιονίκης Boccia Γρηγόρης Πολυχρονίδης και η βοηθός συναθλήτριά του Κατερίνα Πατρώνη μιλούν για τις αξίες της ζωής

Ημερίδα «Πέφτω από τα σύννεφα 2025»

001
001
Διαχείριση άγχους και οργάνωση χρόνου – Ενημερωτικές συναντήσεις για την Γ’ Λυκείου

001

Πριν από μισό αιώνα, τον Νοέμβριο τού 1973, το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο μεταμορφώθηκε σε χώρο αντίστασης και ελπίδας. Φοιτητές και πολίτες συναντήθηκαν εκεί για να διαμαρτυρηθούν ενάντια στο καθεστώς της δικτατορίας, που επιβλήθηκε στην Ελλάδα στις 21 Απριλίου 1967.
Σήμερα, 51 χρόνια μετά, τιμούμε τη μνήμη των αγωνιστών που έχασαν τη ζωή τους για την ελευθερία, τη δικαιοσύνη και την αξιοπρέπεια.
Η εξέγερση τού Πολυτεχνείου συμβολίζει τη δύναμη που έχει ένας λαός όταν ενώνεται για κοινές αξίες και ιδανικά.
Η εξέγερση του Πολυτεχνείου υπήρξε η συμπυκνωμένη έκφραση τού πανελλήνιου πόθου για ελευθερία, δημοκρατία, λαϊκή κυριαρχία. Για μια ελευθερία που δε δόθηκε ως δώρο στον λαό μας, αλλά ο ίδιος την κατέκτησε με τούς αγώνες και με το αίμα του!
Η θυσία τής 17ης Νοεμβρίου 1973 δεν πήγε χαμένη: άνοιξε ο δρόμος για την κατάρρευση τής δικτατορίας.
Σήμερα που υπάρχει έντονο το φαινόμενο τού ρατσισμού, τής καταπάτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τού εξευτελισμού τής ανθρώπινης αξιοπρέπειας, το μήνυμα τού Πολυτεχνείου παραμένει επίκαιρο.
Ας κοιτάξουμε μέσα μας και ας αναλογιστούμε τι σημαίνουν για τον καθένα και την καθεμία από εμάς οι έννοιες ελευθερία, δημοκρατία, ανθρωπιά. Ας μην αδιαφορούμε για όσα συμβαίνουν γύρω μας και ας έχουμε το θάρρος να αντιμετωπίσουμε όσους μας προκαλούν φόβο, μας καταπιέζουν και μας τρομοκρατούν.
Ευδοκία Πατσιλινάκου
Διευθύντρια τού Α΄ Αρσακείου Γυμνασίου Ψυχικού

image

001


Στης ιστορίας το διάσελο όρθιος ο γιος πολέμαγε
κι η μάνα κράταε τα βουνά, όρθιος να στέκει ο γιος της,
μπρούντζος, χιόνι και σύννεφο. Κι αχολόγησε η Πίνδος
σαν να ’χε ο Διόνυσος γιορτή. Τα φαράγγια κατέβαζαν
τραγούδια κι αναπήδαγαν τα έλατα και χορεύαν
οι πέτρες. Κι όλα φώναζαν:
«Ίτε παίδες Ελλήνων…»
Φωτεινές σπάθες οι ψυχές σταύρωναν στον ορίζοντα,
ποτάμια πισωδρόμιζαν, τάφοι μετακινιόνταν.

Κι οι μάνες στα κοφτά γκρεμνά σαν Παναγιές τ’ ανέβαιναν.
Με την ευκή στον ώμο τους κατά το γιο πηγαίναν
και τις αεροτραμπάλιζε ο άνεμος φορτωμένες
κι έλυνε τα τσεμπέρια τους κι έπαιρνε τα μαλλιά τους
κι έδερνε τα φουστάνια τους και τις σπαθοκοπούσε,
κι αυτές αντροπατάγανε, ψηλά, πέτρα την πέτρα
κι ανηφορίζαν στη γραμμή, όσο που μες τα σύννεφα
χανόταν ορθομέτωπες η μια πίσω απ’ την άλλη.

«Μάνα και γιος (1940)»
Νικηφόρος Βρεττάκος