Η «ίαση» τής ελληνικής
Το «άγαλμα» ετυμολογείται από το ρήμα «αγάλλομαι» (ευχαριστιέμαι), αφού όταν βλέπουμε ένα όμορφο αρχαιοελληνικό άγαλμα η ψυχή μας χαίρεται. Και από τη θέα τού αγάλματος έρχεται η αγαλλ-ίαση, που είναι η ίαση, η γιατρειά τής ψυχής, κάθε φορά που βλέπουμε κάτι όμορφο. Αυτές οι μικρές και άλλες πολύ πιο μεγάλες λεπτομέρειες, όπως η «ελικοβλέφαρη» Αφροδίτη τού Ομήρου, το «ω γλυκύ μου έαρ» τής Μεγάλης Παρασκευής, η «εσπερινή αμφιλύκη» τού Παπαδιαμάντη, η «αιματόχροη βαφή» τού Σολωμού, ο «κυκλοδίωκτος ήλιος» τού Κάλβου, οι «αναδυόμενες γραίες» τού Σεφέρη, οι «άτρωτες ουσίες» τής Δημουλά, οι καταβαυκαλήσεις τού χτες και τα νανουρίσματα τού σήμερα, οι διάσπαρτες ελληνικές λέξεις στις τέχνες και τις επιστήμες σε όλο τον κόσμο (βιολογία, θέατρο, χάος, σύμβολο) ζωντανεύουν καθημερινά ανάμεσά μας για να μας θυμίζουν ότι ζούμε σε μια χώρα «μικρή σε έκταση χώρου και απέραντη σε έκταση χρόνου». Εάν, όπως γράφει ο Ελύτης, «η γλώσσα […] αποτελεί … εργαλείο μαγείας και φορέα ηθικών αξιών», τότε επιβεβαιώνεται με αυτόν τον ποιητικό τρόπο ότι μια πολύπλοκη γλώσσα αποτελεί μαρτυρία ενός προηγμένου πολιτισμού.