Aν η λήθη είναι αρετή η μνήμη είναι χρέος…
Δευτέρα 28η Οκτωβρίου 1940. Κοιμήθηκα δύο το πρωί, διαβάζοντας Μακρυγιάννη. Στις τρεις και μισή, μια φωνή μέσα από το τηλέφωνο με ξύπνησε: «Έχουμε πόλεμο». Τίποτε άλλο, ο κόσμος είχε αλλάξει. Η αυγή, που λίγο αργότερα είδα να χαράζει πίσω από τον Υμηττό, ήταν άλλη αυγή: άγνωστη. Περιμένει ακόμη εκεί που την άφησαν. Δεν ξέρω πόσο θα περιμένει, αλλά ξέρω πώς θα φέρει το μεγάλο μεσημέρι. (Γ. Σεφέρης)
Και πράγματι η αυγή αυτή περίμενε 1.444 μέρες ή 34.680 ώρες. Τόσο διήρκεσε η έναρξη και η λήξη του πολέμου. Είναι όλοι οι πόλεμοι, η πείνα, η αντίσταση, τα μπλόκα, το ξεκλήρισμα, ο θάνατος και η Ανάσταση.
Ανοίγουμε και πάλι μαζί το ιερό βιβλίο της ιστορίας μας για να διαβάσουμε ηρωισμούς και κατορθώματα, για να αποτίσουμε τιμή και σεβασμό, για να αντλήσουμε περηφάνια και δύναμη, για να δείξουμε και να επαναλάβουμε δρόμους και θυσίες.
Η 28η Οκτωβρίου είναι ημέρα δόξας, ημέρα ορόσημο, αποφασιστικότητας και προσήλωσης του ανθρώπου στην ενσυνείδητη διάκριση μεταξύ συμφέροντος και δικαίου. Είναι η μέρα που το ολιγοπληθές έθνος μας επιβεβαίωσε ηχηρά ότι η μεγαλοσύνη των λαών δεν μετριέται με το στρέμμα αλλά με της καρδιάς το πύρωμα και με το αίμα. Η εποποιία του ’40 αποτελεί τον πλησιέστερο σε εμάς μεγάλο άθλο του ελληνισμού. Μια πολεμική εποποιία, δομικό στοιχείο της μνημειακής μας ιστορίας που υποδεικνύει ότι το μεγαλειώδες και δυνατό που κάποτε εκδηλώθηκε στις ψυχές των ανθρώπων θα είναι εκ νέου η κινητήριος δύναμη με την οποία ένας λαός ξεπερνά τις προκλήσεις, τις αποστροφές, τα εμπόδια ή τις ατυχίες της ιστορίας. Δεν αναφέρεται στην ιστορία των εθνών πιο εύγλωττο, πιο λακωνικό αλλά και πιο πειστικό παγκόσμιο κήρυγμα. Δύο μόνο συλλαβές. ΟΧΙ. Που δεν το κράτησε η ελληνική ψυχή για τον εαυτό της αλλά το χάρισε αιματόβρεκτο και δαφνοστόλιστο σε όλους τους ελεύθερους λαούς της γης. Μάλιστα όσοι κατέχουν το βαθύτερο νόημα της ιστορίας γνωρίζουν ότι το ελληνικό ΟΧΙ του ’40 δεν ήταν συμπτωματική εκδήλωση περιστάσεων αλλά συνειδητή έκφραση πεποιθήσεων ριζωμένων από αιώνες στα σπλάχνα της φυλής μας. Εδώ υψώθηκαν τα λαμπρότερα τρόπαια του πνεύματος, του θριάμβου της δημοκρατίας.
Είναι γνωστό το βιβλικό παράδειγμα της νίκης του Δαυίδ επί του Γολιάθ και της εκκλησιαστικής ιστορίας με τη νίκη του άπειρου Νέστορα κατά του Λυαίου. Και στα δύο είχαμε την αναμέτρηση του μικρού με τον μεγάλο, του ανίσχυρου με τον ισχυρό, της αδυναμίας με τη δύναμη. Επίσης, όμως, και την αναμέτρηση του δικαίου με το άδικο, της αυτογνωσίας με την έπαρση, της αρετής με την αναίδεια, της σεμνότητας με τη βαρβαρότητα, της σωφροσύνης με την αλαζονεία.
«Εχθρέ, γιατί δε ρώτησες ποιον πας να κατακτήσεις…».
Στα βουνά της Πίνδου, της Αλβανίας, στα οχυρά του Ρούπελ οι ίδιοι οι πολεμιστές γράφοντας στο χαρτί τις μέρες που έζησαν εκεί πάνω, διέσωσαν την πραγματικότητα που τους τάραξε τα όνειρά τους. Ήταν η εξομολόγησή τους για το αίμα που χύθηκε, για τη φρίκη που έζησαν, για τους συντρόφους που έθαψαν, για την ήττα της ανθρώπινης δικαιοσύνης. Δώρισαν έτσι τους εαυτούς στην ιστορία και έφεραν στην υποταγμένη Ευρώπη «ολίγον φως».
«…Ολάκερη η δικαίωσή μας στέκεται στην αρχή…» είπε ο Στρατής Μυριβήλης. Γιατί εκείνο το παγωμένο πρωινό ο λαός μας απέκτησε πνεύμα ηρωικό, θέρμη αδελφοσύνης, αίσθημα πειθαρχίας, κλίση θυσιαστική και ξεχύθηκε να υπερασπιστεί τα ιερά και όσια του. Δηλαδή την φιλοπατρία, την φιλόμενη φιλανθρωπία, την φιλανθρωπική εθελοθυσία, το εύψυχον, το ελεύθερον, το ευ, το άριστον, το φιλογενές και το φιλόθεον. Για αυτή τη δύναμη συλλογικότητας εμείς γιορτάζουμε την έναρξη του πολέμου και όχι τη λήξη του. Αυτό σημαίνει «δικαίωση στην αρχή».
Γιατί όμως να αντισταθούν οι Έλληνες με τόσο σθένος και γενναιότητα στη θέληση των δυνάμεων του Άξονα; Πόσες μάνες αγκάλιασαν για τελευταία φορά τα παιδιά τους αποχαιρετώντας τα με ένα στερνό φιλί; Χωρίστηκαν οικογένειες και παιδιά δεν ξαναείδαν τους γονείς τους. Χιλιάδες ψυχές εγκαταλείφθηκαν να πεθάνουν από την πείνα. Χιλιάδες εκτελέσεις. Ας σκεφτούμε και εκείνους που έπαιρναν ξαφνικά έναν φάκελο, την αναγγελία του θανάτου δικού τους ανθρώπου. 13.325 οικογένειες. Η απάντηση είναι πείσμα σε μια ιερή ιδέα. Στην ιδέα της ελευθερίας. Οι Έλληνες ομονοούντες, αντιστάθηκαν για το δικαίωμα στην αξιοπρέπεια, εναντιώθηκαν στην απανθρωπιά και καταπίεση του επεκτατικού ολοκληρωτισμού, αρνήθηκαν την υποδούλωση συνειδήσεων και ανθρώπων.
Πέρασαν 1.444 ημέρες. Έμεινε η τελευταία, της λευτεριάς. Ξημέρωσε Πέμπτη, ηλιόλουστη, θριαμβευτική…
Τα διδάγματα που αποκομίζουμε από την εποποιία του ’40 ας μείνουν χαραγμένα στη συλλογική μας μνήμη και ας αποτελέσουν τον φάρο της ελπίδας σε κάθε τρικυμία που θα περιέλθουμε ως κράτος και ως άνθρωποι. Ας εξασφαλίσουμε ένα δίκαιο και δημιουργικό μέλλον για τα παιδιά μας με την ενεργοποίηση των ιδεών και της λογικής του ελληνισμού. Λήθη, λοιπόν, και εξάλειψη των ιστορικών ανομημάτων όσων επιβουλεύτηκαν την ελευθερία μας διατηρώντας όμως ακέραια τη θέλησή μας να επαναλάβουμε την έμπρακτη εναντίωσή μας σε οιονδήποτε ματαιόδοξο και αιθεροβάμονα βουληθεί να αμφισβητήσει το ελεύθερο και το εύψυχο του λαού μας. Ως λαός φιλειρηνικός και δημιουργικός προσδοκούμε ότι δεν θα αργήσει η μέρα που η δύναμη της αγάπης στον κόσμο θα υπερνικήσει την αγάπη για την δύναμη.
Η Διευθύντρια
Ο Σύλλογος Διδασκόντων