Το «Σχολείο τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας» από της ιδρύσεώς του είχε τεθεί υπό την υψηλή προστασία τής βασίλισσας Αμαλίας[1] η οποία επισκεπτόταν συχνά το Αρσάκειο και προσκαλούσε τις μαθήτριες, τις δασκάλες και τις διευθύντριες στον «Πύργο τής Βασιλίσσης», ένα παλαιό τούρκικο τσιφλίκι το οποίο είχε αγοραστεί από το κράτος και εκεί η Αμαλία είχε δημιουργήσει μια αγροτική μονάδα και είχε κτίσει πύργο και πολλούς βοηθητικούς χώρους.
Στον χώρο αυτό οι Αρσακειάδες, που πήγαιναν με τις βασιλικές άμαξες, φιλοξενούνταν πλουσιοπάροχα. Άλλωστε σε όλες τις μεγάλες τελετές τού τέλους τού σχολικού έτους, καθώς και στις εξετάσεις, η παρουσία τής βασίλισσας ήταν απαραίτητη.
Μετά την έξωση τού Όθωνα το έργο αυτό ανέλαβε η νεαρή τότε βασίλισσα Όλγα, η οποία μάλιστα, επειδή ήταν ορθόδοξη, εκκλησιαζόταν κάθε Κυριακή στην Εκκλησία τού Αρσακείου. Επισκεπτόταν επίσης το Σχολείο τα Σάββατα στις μικρές απογευματινές συγκεντρώσεις, στις οποίες διασκέδαζε και χόρευε με τις μαθήτριες. Κατά τη δεξίωση τού νέου έτους προσέφερε δώρα στις μαθήτριες, ενώ στη μεγάλη δεξίωση τής Απόκριας, κατά την οποία οι μαθήτριες έπαιζαν διάφορα έργα στην ελληνική και τη γαλλική γλώσσα (όπως οι τραγωδίες τού Racine Atalie και Εsther), την συνόδευε και ο βασιλιάς.
Παρόμοιες πληροφορίες δίνει και η Αρσακειάς Ελένη Πολυζοπούλου, το γένος Ζουζακίδου, η οποία σε άρθρο της στα «Μακεδονικά Χρονικά» με θέμα το «Αρσάκειον Παρθεναγωγείον» λέει:
«Αι τακτικαί βασιλικαί επισκέψεις των αειμνήστων βασιλισσών Όλγας και Σοφίας προσέδιδον ιδιαιτέραν αίγλην και έναν ισχυρόν τόνον εις την εύρυθμον λειτουργίαν τής σχολής. Με σεβασμόν και αγάπην αλλά και υπερηφάνειαν τας υπεδέχοντο αι μαθήτριαι, όταν προσήρχοντο εις τας τάξεις και ηκροώντο τού μαθήματος, εις την τραπεζαρίαν, όπου συνδιελέγοντο με οικειότητα και εδοκίμαζον το φαγητό τής ημέρας.[…] Κάποτε τινές των πριγκίπων τής βασιλικής οικογενείας ετίμων διά τής παρουσίας τους την χορευτικήν εσπερίδα των Σχολείων»
Μια τέτοια παιδική γιορτή στο Αρσάκειο περιέγραψε στον Γιάννη Καιροφύλα[2] και η Αρσακειάς Δροσίνα Δροσίνη-Μελετοπούλου. Ήταν καλή μαθήτρια η Δροσίνα, όπως λέει και η ίδια στη διήγησή της . Οι δασκάλες την αγαπούσαν, όμως είχε επαναστατικό πνεύμα. Γι’ αυτό κάποια φορά την έβαλαν τιμωρία ακριβώς την ημέρα που θα γινόταν παιδικός χορός και θα παρίστατο και ο τότε διάδοχος Κωνσταντίνος.
Η Δροσίνα περιορίστηκε στο δωμάτιό της και έτρωγε τα νύχια της... Ξαφνικά πήρε την απόφαση να φορέσει το άσπρο φόρεμα τού χορού και, εκμεταλλευόμενη την αναστάτωση που προκάλεσε η άφιξη τού διαδόχου, να τρυπώσει απαρατήρητη στην αίθουσα την ώρα που άρχισαν να ακούγονται οι πρώτες νότες για ν’ αρχίσει ο χορός.
Την παρουσία της όμως αντελήφθη μια αυστηρή δασκάλα. Αυτή ήρθε γρήγορα μπροστά της και κοιτάζοντάς τη με βλοσυρό βλέμμα άρχισε να τής λέει: «Δροσίνη να πας γρήγορα…». Όμως δεν μπόρεσε να τελειώσει τη φράση της γιατί ο διάδοχος Κωνσταντίνος υποκλινόταν ήδη μπροστά στη Δροσίνα ζητώντας της να ανοίξει τον χορό μαζί της. Η Δροσίνα άρχισε να χορεύει ευτυχισμένη και χαρούμενη για την τιμή που τής είχε γίνει. Αποκαλύπτει, μάλιστα, χαρακτηριστικά η ίδια:«Αυτό με έκανε να πιστέψω πως δεν ήμουν και άσχημη και για πρώτη φορά άρχισα να κοιτάζομαι με αυταρέσκεια όπου συναντούσα καθρέφτη»
Αυτή η όμορφη ιστορία έρχεται να μας θυμίσει μια ρομαντική εποχή που πλέον έχει τελειώσει.
Γεγονός είναι πάντως ότι, παρά την αυστηρότητα των κανόνων και τους τύπους που επικρατούσαν, τίποτα δεν μπορούσε να νικήσει τον αυθορμητισμό, τη δροσιά και τον ενθουσιασμό τής νιότης των μαθητριών που εκπαιδεύοντας πίσω από τους ψηλούς τοίχους τού Αρσακείου…
Παναγιώτα Αν. Ατσαβέ
[1] “Φυσιογνωμίαι τινές Αρσακειάδων”, Αθήναι 1936, σ. 14-15
[2] “Η Αθήνα και οι Αθηναίοι 1834-1934”, εκδ. Φιλιππότης, 1995, σ. 118-119
Μια σχολική γιορτή στο Αρσάκειο
(Παναγιώτα Αν. Ατσαβέ)
Το «Σχολείο τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας» από της ιδρύσεώς του είχε τεθεί υπό την υψηλή προστασία τής βασίλισσας Αμαλίας[1] η οποία επισκεπτόταν συχνά το Αρσάκειο και προσκαλούσε τις μαθήτριες, τις δασκάλες και τις διευθύντριες στον «Πύργο τής Βασιλίσσης», ένα παλαιό τούρκικο τσιφλίκι το οποίο είχε αγοραστεί από το κράτος και εκεί η Αμαλία είχε δημιουργήσει μια αγροτική μονάδα και είχε κτίσει πύργο και πολλούς βοηθητικούς χώρους.
Στον χώρο αυτό οι Αρσακειάδες, που πήγαιναν με τις βασιλικές άμαξες, φιλοξενούνταν πλουσιοπάροχα. Άλλωστε σε όλες τις μεγάλες τελετές τού τέλους τού σχολικού έτους, καθώς και στις εξετάσεις, η παρουσία τής βασίλισσας ήταν απαραίτητη.
Μετά την έξωση τού Όθωνα το έργο αυτό ανέλαβε η νεαρή τότε βασίλισσα Όλγα, η οποία μάλιστα, επειδή ήταν ορθόδοξη, εκκλησιαζόταν κάθε Κυριακή στην Εκκλησία τού Αρσακείου. Επισκεπτόταν επίσης το Σχολείο τα Σάββατα στις μικρές απογευματινές συγκεντρώσεις, στις οποίες διασκέδαζε και χόρευε με τις μαθήτριες. Κατά τη δεξίωση τού νέου έτους προσέφερε δώρα στις μαθήτριες, ενώ στη μεγάλη δεξίωση τής Απόκριας, κατά την οποία οι μαθήτριες έπαιζαν διάφορα έργα στην ελληνική και τη γαλλική γλώσσα (όπως οι τραγωδίες τού Racine Atalie και Εsther), την συνόδευε και ο βασιλιάς.
Παρόμοιες πληροφορίες δίνει και η Αρσακειάς Ελένη Πολυζοπούλου, το γένος Ζουζακίδου, η οποία σε άρθρο της στα «Μακεδονικά Χρονικά» με θέμα το «Αρσάκειον Παρθεναγωγείον» λέει:
«Αι τακτικαί βασιλικαί επισκέψεις των αειμνήστων βασιλισσών Όλγας και Σοφίας προσέδιδον ιδιαιτέραν αίγλην και έναν ισχυρόν τόνον εις την εύρυθμον λειτουργίαν τής σχολής. Με σεβασμόν και αγάπην αλλά και υπερηφάνειαν τας υπεδέχοντο αι μαθήτριαι, όταν προσήρχοντο εις τας τάξεις και ηκροώντο τού μαθήματος, εις την τραπεζαρίαν, όπου συνδιελέγοντο με οικειότητα και εδοκίμαζον το φαγητό τής ημέρας.[…] Κάποτε τινές των πριγκίπων τής βασιλικής οικογενείας ετίμων διά τής παρουσίας τους την χορευτικήν εσπερίδα των Σχολείων»
Μια τέτοια παιδική γιορτή στο Αρσάκειο περιέγραψε στον Γιάννη Καιροφύλα[2] και η Αρσακειάς Δροσίνα Δροσίνη. Ήταν καλή μαθήτρια η Δροσίνα, όπως λέει και η ίδια στη διήγησή της . Οι δασκάλες την αγαπούσαν, όμως είχε επαναστατικό πνεύμα. Γι’ αυτό κάποια φορά την έβαλαν τιμωρία ακριβώς την ημέρα που θα γινόταν παιδικός χορός και θα παρίστατο και ο τότε διάδοχος Κωνσταντίνος.
Η Δροσίνα περιορίστηκε στο δωμάτιό της και έτρωγε τα νύχια της... Ξαφνικά πήρε την απόφαση να φορέσει το άσπρο φόρεμα τού χορού και, εκμεταλλευόμενη την αναστάτωση που προκάλεσε η άφιξη τού διαδόχου, να τρυπώσει απαρατήρητη στην αίθουσα την ώρα που άρχισαν να ακούγονται οι πρώτες νότες για ν’ αρχίσει ο χορός.
Την παρουσία της όμως αντελήφθη μια αυστηρή δασκάλα. Αυτή ήρθε γρήγορα μπροστά της και κοιτάζοντάς τη με βλοσυρό βλέμμα άρχισε να τής λέει: «Δροσίνη να πας γρήγορα…». Όμως δεν μπόρεσε να τελειώσει τη φράση της γιατί ο διάδοχος Κωνσταντίνος υποκλινόταν ήδη μπροστά στη Δροσίνα ζητώντας της να ανοίξει τον χορό μαζί της. Η Δροσίνα άρχισε να χορεύει ευτυχισμένη και χαρούμενη για την τιμή που τής είχε γίνει. Αποκαλύπτει, μάλιστα, χαρακτηριστικά η ίδια:«Αυτό με έκανε να πιστέψω πως δεν ήμουν και άσχημη και για πρώτη φορά άρχισα να κοιτάζομαι με αυταρέσκεια όπου συναντούσα καθρέφτη»
Αυτή η όμορφη ιστορία έρχεται να μας θυμίσει μια ρομαντική εποχή που πλέον έχει τελειώσει.
Γεγονός είναι πάντως ότι, παρά την αυστηρότητα των κανόνων και τους τύπους που επικρατούσαν, τίποτα δεν μπορούσε να νικήσει τον αυθορμητισμό, τη δροσιά και τον ενθουσιασμό τής νιότης των μαθητριών που εκπαιδεύοντας πίσω από τους ψηλούς τοίχους τού Αρσακείου…
………………………………………………………………….