Γράφουν οι μαθητές Πέτρος Παπαδήμας, Σωτήρης Σταθόπουλος και Νικόλας Σικοτακόπουλος (Γ΄4) τού Α΄ Αρσακείου-Τοσιτσείου Γυμνασίου Εκάλης:
"Άφησε την Αθήνα και την ιδιωτική εκπαίδευση, εντάχθηκε στη δημόσια και ο δρόμος τής Ουρανίας-Νεφέλης Κάππου την έφερε στη Θύμαινα, ένα μικρό νησί κοντά στους Φούρνους, στο νησιωτικό σύμπλεγμα μεταξύ Σάμου, Ικαρίας και Πάτμου. Μεγάλη απόφαση! «Θεώρησα ότι είχε κλείσει ο κύκλος μου στην ιδιωτική εκπαίδευση», λέει. Ούσα φοιτήτρια, είχε αποφασίσει να ασχοληθεί με την έρευνα στην εκπαίδευση. Πριν όμως, θέλησε να διδάξει και σε μια απομακρυσμένη περιοχή, για να δοκιμάσει τον εαυτό της σε συνθήκες που δεν είχε συνηθίσει, αλλά πάνω απ’όλα είχε την ανάγκη να προσφέρει, καθώς πάντοτε ήθελε να μπορέσει μέσα από τη δουλειά της να αφήσει κάτι πίσω της.
Σήμερα η Θύμαινα μετρά περίπου 135 μόνιμους κατοίκους με κύρια ασχολία την αλιεία. Διαθέτει δύο παραδοσιακά καφενεία, ένα εστιατόριο, δύο παντοπωλεία και μια καντίνα. Στο νησί λειτουργεί κι ένα μικρό σχολείο, νηπιαγωγείο και δημοτικό, στο οποίο πηγαίνουν πέντε παιδιά. Η ίδια επέλεξε συνειδητά να αφήσει πίσω της την ασφάλεια ενός σχολείου τής πόλης και να ταξιδέψει πολλά χιλιόμετρα μακριά, για να διδάξει τα παιδιά ενός ξεχασμένου ακριτικού νησιού τού Αιγαίου. «Η Θύμαινα είναι ένα νησί φιλόξενο, που σε αγκαλιάζει και δεν θέλεις να φύγεις. Κι αν φύγεις, πάντοτε θα θέλεις να επιστρέψεις», αναφέρει.
Στο ολοήμερο σχολείο τού νησιού φοιτούσαν 3 μαθήτριες και στο νηπιαγωγείο ένας μαθητής. Όταν επισκέφθηκε για πρώτη φορά το σχολείο, όμως, την περίμενε μια απογοητευτική εικόνα. «Η υγρασία στη σχολική αίθουσα, η ελλιπής θέρμανση, το απαρχαιωμένο εποπτικό υλικό, τα ανύπαρκτα λογοτεχνικά βιβλία στη βιβλιοθήκη… Η πρώτη σκέψη ήταν ότι δεν θα μπορούσα να δουλέψω, πολύ περισσότερο να λειτουργήσουν τα παιδιά, που έχουν ανάγκη ένα ευχάριστο περιβάλλον. Έπρεπε να αλλάξει πρώτα ο χώρος και σιγά-σιγά κι άλλα πράγματα. Κάθε φορά έκανα στο μυαλό μου τη σύγκριση με την εμπειρία από το ιδιωτικό σχολείο και ήθελα να καλύψω, όσο γινόταν, τη διαφορά». Έτσι, επικοινώνησε με εκδοτικούς οίκους, με το παλιό της σχολείο, με ανθρώπους τής εκπαίδευσης και μη, και σιγά-σιγά άρχισαν οι δωρεές. «Δεν ήμουν μόνη, όλοι κάναμε κοινή προσπάθεια. Ο κόσμος ήθελε να βοηθήσει! Τους ζητούσα ένα και προσέφεραν περισσότερα. Ήταν ομαδική δουλειά», αναφέρει. Μάλιστα, συνεργάστηκαν με ένα τμήμα τής Γ΄ Δημοτικού τού παλιού της σχολείου κάνοντας τακτικές διαδικτυακές συνδέσεις, πολλές δράσεις (περιβαλλοντικές, ρομποτικής) και παρακολούθησαν κι ένα πρόγραμμα από το Πανεπιστήμιο τού Χάρβαρντ."