Αν και οι σύγχρονες θεωρίες μάθησης συνιστούν την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη εμπλοκή και ενεργοποίηση του μαθητή, η έρευνα δείχνει ότι η εκπαιδευτική διαδικασία στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση εξακολουθεί να γίνεται με την παραδοσιακή διαδικασία, όπου ο μαθητής κατά κύριο λόγο είναι παθητικός δέκτης (Gariou-Papalexiouet al., 2017). Αυτό οφείλεται κυρίως στο ότι ο χρόνος για την παράδοση της ύλης δεν επαρκεί.
Ένα μοντέλο που προτείνεται για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος είναι ο συνδυασμός εξ αποστάσεως εκπαίδευσης με τη διά ζώσης, αντιστρέφοντας την εκπαιδευτική διαδικασία, γνωστό ως «Ανεστραμμένη τάξη» (Sams & Bergmann, 2012). Ο μαθητής μελετά με την αξιοποίηση της τεχνολογίας την "παράδοση" του καθηγητή στο σπίτι (εξ αποστάσεως) και ο μεγαλύτερος χρόνος στην τάξη διατίθεται για αλληλεπιδραστικές και ομαδοσυνεργατικές δραστηριότητες. Στην εξ αποστάσεως διαδικασία, οι μαθητές μελετούν στο χώρο τους, με το δικό τους ρυθμό, αφού μπορούν να παύσουν προσωρινά ένα ψηφιακό αντικείμενο που παρακολουθούν και να ξαναδούν κάτι που δεν πρόλαβαν ή δεν κατάλαβαν. Στη σχολική αίθουσα, οι μαθητές καλούνται να εφαρμόσουν τις νέες γνώσεις λύνοντας προβλήματα και κάνοντας πρακτική εξάσκηση. Αξιοποιούν το χρόνο συμμετέχοντας ενεργά, αντί να παρακολουθούν παθητικά την παραδοσιακή παράδοση του μαθήματος. Ο εκπαιδευτικός βοηθά τους μαθητές όταν δυσκολεύονται, αντί να παραδίδει το αρχικό μάθημα.
Η «Ανεστραμμένη τάξη» αναφέρεται στην πιο ορθολογική διάθεση του χρόνου διδασκαλίας υποστηρίζοντας την ενεργό συμμετοχή του μαθητή και αξιοποιώντας ευκαιρίες κριτικής σκέψης που προσφέρονται κυρίως μέσα στην κοινωνική δομή της τάξης. Ο διδάσκων επανασχεδιάζει τις διδακτικές ενότητες, αφού έχει αξιολογήσει τις εκπαιδευτικές ανάγκες, τις προαπαιτούμενες γνώσεις, τα μαθησιακά στυλ των μαθητών του.