Γράφουν οι μαθήτριες Βικτώρια Σακελλαρίου και Λήδα Σκαπινάκη (Β4)
Τα τελευταία χρόνια, οι περισσότεροι άνθρωποι δε διαβάζουν βιβλία και προτιμούν άλλους τρόπους ψυχαγωγίας. Ιδιαίτερα ανησυχητικό είναι το γεγονός, ότι μεγάλο ποσοστό αυτών των ατόμων είναι νέοι, μαθητές, απόφοιτοι ανώτερων και ανώτατων σχολών. Παρόλο που με το διάβασμα αναπτύσσουμε τη φαντασία και τη δημιουργικότητά μας, εμπλουτίζουμε τις γνώσεις μας, μαθαίνουμε νέους τρόπους να σκεφτόμαστε, διευρύνουμε το λεξιλόγιό μας και φυσικά «ταξιδεύουμε», δε φαίνεται να εκτιμούν και να απολαμβάνουν αυτές τις ευεργετικές επιδράσεις οι νεότερες γενιές…
Σύμφωνα με μια έρευνα του National Assessment for Educational Progress (Εθνική Αξιολόγηση για την Εκπαιδευτική Πρόοδο), ο αριθμός των παιδιών 9 έως 13 ετών που διαβάζουν τακτικά για ευχαρίστηση, έχει πέσει κατακόρυφα! Αν και αποδείχθηκε ότι τα παιδιά του δημοτικού σχολείου διαβάζουν περισσότερο από τα μεγαλύτερα, ο αριθμός των 9χρονων παιδιών, που λένε ότι διαβάζουν για απόλαυση, μειώθηκε στο 42% κατά τη σχολική χρονιά 2019-20, ενώ το 1984 ξεπερνούσε το 50%. Επιπλέον, το ποσοστό των παιδιών του γυμνασίου που διαβάζει για να ψυχαγωγηθεί, μειώθηκε στο 17%, παρόλο που το 1984 ήταν επίσης πάνω από 50%. Γενικότερα στην Ευρώπη, πρώτη χώρα σε διάβασμα βιβλίου είναι το Λουξεμβούργο, με το 82% του πληθυσμού να διαβάζει τουλάχιστον ένα βιβλίο τον χρόνο. Ακολουθούν η Γερμανία με 75%, η Φινλανδία και η Αυστρία με 73% και η Εσθονία με 70%. Όσο για εμάς, τους Έλληνες, δεν μπορούμε να χαρακτηριστούμε… και «βιβλιοφάγοι», καθώς είμαστε αρκετά χαμηλά στην κατάταξη, με μόνο το 49% του πληθυσμού να έχει διαβάσει τουλάχιστον ένα βιβλίο μέσα σε μία χρονιά. Συναντώνται χαμηλά επίπεδα ανάγνωσης και σε χώρες, όπως η Πορτογαλία (41%), η Τουρκία (31%) και η Ρουμανία (30%).
Τα κινητά τηλέφωνα και η πρόσβαση στο διαδίκτυο κατακτούν την πρώτη θέση ανάμεσα στους σημαντικότερους λόγους, που κάνουν ένα άτομο να θεωρεί αδιάφορη την ανάγνωση ενός βιβλίου. Ειδικά για τους εφήβους, το διάβασμα είναι πολύ βαρετό, αφού έχουν πολύ πιο «σημαντικά» πράγματα να κάνουν, σύμφωνα με τους ίδιους, όπως η ενασχόληση με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η τηλεόραση και το διαδίκτυο αποτελούν την «αυτονόητη» επιλογή, όταν έχουν ελεύθερο χρόνο ή όταν θέλουν να εκτονώσουν την ένταση της ημέρας τους. Επιλέγουν τη χρήση των διαδικτυακών εφαρμογών για παιχνίδι, γνωριμίες και επικοινωνία αδιαφορώντας για κάθε άλλη δραστηριότητα. Αυτό αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα όχι μόνο της απομάκρυνσης του ατόμου από τον κόσμο των βιβλίων, αλλά- δυστυχώς- και από τον υπόλοιπο κόσμο…
Τέλος, σύμφωνα με κάποιες μελέτες, υπάρχει περίπτωση η απομάκρυνση των παιδιών από το βιβλίο να οφείλεται και στο ότι μεγαλώνοντας σταματούν να διαβάζουν με παρέα. Το διάβασμα ενός βιβλίου πριν από τον ύπνο γίνεται μάλλον η εξαίρεση. Επίσης, λίγες φορές κάποιος θα μαζέψει 4-5 παιδιά, για να τους διαβάσει μια ιστορία. Κάπως έτσι, το διάβασμα γίνεται κάτι το μοναχικό, τη στιγμή που τα περισσότερα παιδιά προτιμούν να κάνουν πράγματα παρέα με άλλα παιδιά.
Επομένως, οι νέες γενιές οφείλουν να καταλάβουν ότι όσο περισσότερο ανοίγουν τους υπολογιστές, τόσο περισσότερο κλείνουν την πόρτα στα βιβλία. Όσο περισσότερο εθίζονται στις οθόνες, τόσο περισσότερο απωθούν την κριτική σκέψη και την καλλιέργεια της φαντασίας τους. Είναι επιτακτική η ανάγκη, να αγαπήσουν το βιβλίο! Η οικογένεια και το σχολείο οφείλουν να ενδιαφερθούν για τη πνευματική καλλιέργεια των νέων! Άλλωστε, όπως είχε πει ο Κικέρωνας: «Αν έχεις έναν κήπο και μια βιβλιοθήκη, έχεις όλα όσα σου χρειάζονται.»